Πόσο άπταιστα μιλάς εσύ;


Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι η οποιαδήποτε ξένη γλώσσα είναι πρώτα φιλοσοφία και μετά γραμματική. Δεν είναι παιχνίδι καρτών μνήμης ή λέξεων. Η τυποποιημένη μετάφραση έχει τον τελευταίο λόγο στη μάθηση μιας ξένης γλώσσας και δε θα ‘πρεπε να αποτελεί καταφύγιο. Χρειάζεται να είναι κανείς σε θέση να μεταφέρει το νόημα μιας παραγράφου, μιας φράσης, μιας σκηνής από ταινία χωρίς μετάφραση λέξης προς λέξη. Η γλώσσα ειναι κατανόηση, κουλτούρα, άλλος τρόπος τοποθέτησης. Κάθε φορά που μιλάμε μια ξένη γλώσσα, μεταφερόμαστε σε άλλη χώρα, πόλη, σε άλλες συνθήκες, άλλο τρόπο ζωής. Αυτά, είναι πολύ πιο μεγάλα από μια γραμματική και ένα συντακτικό. Επομένως, η διδασκαλία γλωσσών είναι απαραίτητο να έχει ως βάση την επικοινωνία μέσω του λόγου (oral speech) και όχι να γίνεται puzzle γραμματικής. Η πρώτη ερώτηση των μαθητευόμενων είναι “σε πόσο καιρό θα μπορέσω να μιλήσω και να συνεννοηθώ;” και όχι “πότε θα μπορέσω να συντάξω κείμενο γραπτό”. Συνεπώς, το πρώτο και πιο απτό στοιχείο που μας κάθιστα ικανούς να συνεννοηθούμε σε μια ξένη γλώσσα είναι ο προφορικός λόγος. Εξού και η φράση “μιλάω άπταιστα” κι όχι “γράφω άπταιστα”.

Κύριο μέλημα των πρώτων μαθημάτων είναι να μάθει ο μαθητής/τρια να προφέρει σωστά τους νέους ήχους του νέου αλφαβήτου. Όταν βρίσκουμε δικαιολογίες και όταν προσπαθούμε να προσαρμόσουμε τον καινούργιο ήχο μιας γλώσσας στους δικούς μας ήχους επειδή φοβόμαστε να απαλλαχτούμε την προφορική μας οικειότητα, τότε αλλοιώνουμε την ξένη γλώσσα και τη διαδικασία μάθησης, με αποτέλεσμα να τη μαθαίνουμε εντελώς λάθος. Για παράδειγμα, οι ήχοι ch, j, g, πρέπει να προφερθούν σχεδόν όπως προφέρονται από τους ντόπιους της εκάστοτε γλώσσας που διδάσκομαι και όχι με άλλες εκδοχές παραμορφωμένες, πιο εύκολες, πιο βάτες κ.ο.κ. Χρειάζεται να είμαστε ορθοφωνικά σωστοί και συγκεκριμένοι για να επιτευχθεί το “μιλάω άπταιστα”.
Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως αυτή των σχολικών εξετάσεων που δεν έχουν προφορικό εξεταστικό, μπορεί εκεί ο μαθητής/τρια να μάθει μόνο γραμματική, έχοντας όμως κατά νου πως δεν νοήται ολοκληρωμένη διδασκαλία ξένης γλώσσας με αυτόν τον τρόπο.


Ας κατανοήσουμε λοιπόν ότι η κάθε ξένη γλώσσα είναι μουσική με διαφορετικές νότες. Ας αναγνωρίσουμε τη διαφορετική μουσική χωρίς να προσπαθούμε να τη χωρέσουμε στο δικό μας αλφάβητο με τη δικαιολογία οτι ανήκουμε σε μια άλλη υπηκοότητα. Η υπηκοότητα είναι μια ταυτότητα αξιόλογη για τον κάθε έναν μα η προφορά έχει πρώτα σχέση με το γλωσσολογικό σου ρεπερτόριο, την γλωσσολογική σου μάθηση και μετά με την καταγωγή σου. Δεν χάνεται η καταγωγή επειδή το συστημά σου θα εκπαιδευτεί σε καινούργιες νότες ομιλίας. Μόνο έτσι γίνεσαι κατανοητός/η, τόσο στους ντόπιους της γλώσσας που σε ενδιαφέρει όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Μόνο αν αφεθείς σε καινούργιους ήχους και πετάξεις από πάνω σου την ψευδή πλεονεκτική θέση της γραμματής, θα μιλήσεις άπταιστα. 

Άντρεα Βακανά
Γλωσσολόγος, ηθοποιός

Γλωσσολογία


Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *